- οπτόπλινθος
- η кирпич
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
οπτόπλινθος — η τεχνολ. τεχνητό δομικό υλικό που κατασκευάζεται, συνήθως σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλεπιπέδου, με αργιλοχώματα αναμεμιγμένα με μικρές ποσότητες άμμου σε νερό και που μετά τη μορφοποίησή του αποξηραίνεται στον αέρα και, τέλος, ψήνεται σε… … Dictionary of Greek
οπτοπλινθοδομή — η κτίσιμο με οπτόπλινθους, με τούβλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπτόπλινθος «τούβλο» + δομή (< δέμω), πρβλ. λιθο δομή, ξυλο δομή. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek
οπτόπλινθον — ὀπτόπλινθον, τὸ (Α) οπτόπλινθος, ψημένη πλίνθος, τούβλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπτός (ΙΙ) «ψημένος» + πλίνθος] … Dictionary of Greek
πλίνθος — Ευρύτατη ποικιλία οικοδομικών υλικών τα οποία κατασκευάζονται από αργιλώδη γη. Γενικότερα είναι γνωστός με την ονομασία τούβλο. Η πρώτη ύλη καθαρίζεται, αναμειγνύεται με νερό, τοποθετείται σε καλούπια, ξεραίνεται και, τέλος, ψήνεται σε ειδικά… … Dictionary of Greek